
Πρότυπο Ιατρείο Μαιευτικής και Γυναικολογικής Φροντίδας, Υπογονιμότητας και Αισθητικής Γυναικολογίας





Καρκίνος Ωοθηκών
Οι ωοθήκες είναι τα γυναικεία αναπαραγωγικά όργανα μέσα στα οποία σχηματίζονται τα ωάρια και παράγονται οι γυναικείες ορμόνες. Οι καρκίνοι των ωοθηκών σχηματίζονται είτε από κύτταρα της επιφάνειας της ωοθήκης (ωοθηκικό επιθήλιο), μία μορφή που καλείται επιθηλιακός καρκίνος της ωοθήκης (αναφέρεται επίσης ως ωοθηκικό καρκίνωμα) ή από άλλους ιστούς μέσα στην ωοθήκη (μη επιθηλιακός καρκίνος της ωοθήκης). Και οι δύο όροι αναφέρονται σε μία ποικίλη ομάδα διαφορετικών υποτύπων καρκίνου της ωοθήκης.
Ο πιο συχνός υπότυπος καρκίνου των ωοθηκών είναι ο επιθηλιακός, που αντιστοιχεί περίπου στο 90% των πρωτοπαθών ωοθηκικών καρκίνων. Στην ομάδα των ασυνήθων μη επιθηλιακών καρκίνων, δύο υπότυποι εμφανίζονται πιο συχνά: οι κακοήθεις όγκοι εκ γεννητικών κυττάρων και οι στρωματικοί όγκοι.
Συχνότητα
Ο καρκίνος των ωοθηκών είναι ο έβδομος πιο συχνός καρκίνος και η έβδομη αιτία θανάτου από καρκίνο στις γυναίκες στον κόσμο. Η συνολική πιθανότητα για μία γυναίκα στην Ευρωπαϊκή Ένωση να αναπτύξει καρκίνο των ωοθηκών κατά τη διάρκεια της ζωής της κυμαίνεται μεταξύ 0,64% και 1.6%.
Περίπου οι μισές γυναίκες που διαγιγνώσκονται με καρκίνο της ωοθήκης είναι 60 ετών και άνω. Οι δύο κύριοι υπότυποι του σπάνιου μη επιθηλιακού καρκίνου ωστόσο, εμφανίζονται νωρίτερα στη ζωή. Οι όγκοι από γεννητικά κύτταρα διαγιγνώσκονται κυρίως τις δύο πρώτες δεκαετίες της ζωής, ενώ οι στρωματικοί όγκοι είναι πιο συχνοί στις ενήλικες γυναίκες.
Μέχρι σήμερα, η αιτία του καρκίνου της ωοθήκης δεν είναι απόλυτα κατανοητή. Έχει ταυτοποιηθεί ένας αριθμός παραγόντων κινδύνου κάποιοι εκ των οποίων είναι ειδικοί για συγκεκριμένους υπότυπους καρκίνου της ωοθήκης. Σε πολλές περιπτώσεις, ωστόσο, κανένας από τους παράγοντες δεν είναι εμφανώς παρών. Ένας παράγοντας κινδύνου αυξάνει τον κίνδυνο να προκύψει καρκίνος, αλλά δεν είναι ούτε απαραίτητος ούτε αρκετός για να προκαλέσει καρκίνο. Ένας παράγοντας κινδύνου δεν αποτελεί αιτία από μόνος του.
Ορισμένες γυναίκες που έχουν έναν ή περισσότερους παράγοντες κινδύνου δεν θα αναπτύξουν ποτέ καρκίνο των ωοθηκών, ενώ κάποιες άλλες χωρίς κανέναν από αυτούς τους παράγοντες κινδύνου μπορεί, παρόλα αυτά, να αναπτύξουν καρκίνο των ωοθηκών.
Ως και το 90% όλων των περιπτώσεων των ωοθηκικών καρκίνων είναι σποραδικοί καρκίνοι της ωοθήκης. Αυτό σημαίνει ότι δε σχετίζονται με κληρονομικές γενετικές μεταλλάξεις. Ο κίνδυνος ανάπτυξης μιας σποραδικής μορφής καρκίνου της ωοθήκης σχετίζεται κυρίως, με τον συνολικό αριθμό των κύκλων ωορρηξίας που έχουν λάβει χώρα στις ωοθήκες κατά τη διάρκεια της αναπαραγωγικής ηλικίας μιας γυναίκας.
Πιστεύεται πως η επαναλαμβανόμενη διέγερση των ωοθηκικών ιστών κατά τη διάρκεια των κύκλων ωορρηξίας, αυξάνει τον κίνδυνο βλάβης του DNA των κυττάρων, το οποίο μπορεί να οδηγήσει σε καρκίνο. Σύμφωνα με αυτή την αντίληψη, οι παράγοντες κινδύνου για αυτόν τον τύπο ωοθηκικού καρκίνου είναι:
Γήρανση: καθώς μια γυναίκα μεγαλώνει, αλλαγές στο DNA μέσα στους ωοθηκικούς ιστούς μπορεί να αυξήσουν τον κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου των ωοθηκών. Συνολικά η επίπτωση του καρκίνου της ωοθήκης αυξάνεται κάθε δεκαετία. Ο μέσος όρος της ηλικίας των γυναικών που διαγιγνώσκονται με καρκίνο της ωοθήκης είναι περίπου τα 60 έτη.
Οικογενειακό ιστορικό καρκίνου ωοθήκης ή καρκίνου μαστού: ως και 10% των ασθενών με καρκίνο της ωοθήκης έχουν κληρονομήσει μία γενετική μετάλλαξη που μπορεί να προκαλέσει καρκίνο στην ωοθήκη. Ορισμένες μεταλλάξεις παράγουν ένα ελαττωματικό γονίδιο που μπορεί να προκαλέσει καρκίνο. Μεταλλάξεις στα κύτταρα που προορίζονται να γίνουν ωάρια ή σπερματοζωάρια, διαβιβάζονται από ένα γονέα στους απογόνους του/της. Για τον επιθηλιακό ωοθηκικό καρκίνο, ορισμένοι υπότυποι συνδέονται με γνωστές γενομικές μεταλλάξεις, για παράδειγμα με τις μεταλλάξεις που καλούνται BRCA1 και ΒRCA2. Αυτές οι μεταλλάξεις συνδέονται επίσης με αυξημένο κίνδυνο καρκίνου του μαστού.
Η γυναίκα που έχει μία συγγενή πρώτου βαθμού (μητέρα, κόρη ή αδερφή) με καρκίνο της ωοθήκης διατρέχει 3 φορές μεγαλύτερο κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου της ωοθήκης. Ο κίνδυνος αυξάνει παραπάνω όταν υπάρχουν πάνω από μία πρώτου βαθμού συγγενείς με ιστορικό καρκίνου της ωοθήκης. Γενικά, για γυναίκες που φέρουν τη μετάλλαξη BRCA1, ο εκτιμώμενος δια βίου κίνδυνος εμφάνισης καρκίνου των ωοθηκών κυμαίνεται μεταξύ 26 και 54%, και για εκείνες που φέρουν τη μετάλλαξη BRCA2 αυτός ο κίνδυνος κυμαίνεται μεταξύ 10 και 23%.
Ατομικό ιστορικό καρκίνου του μαστού πριν την ηλικία των 50 ή οικογενειακό ιστορικό (ευρύτερο από του πρώτου βαθμού συγγενείς) καρκίνου της ωοθήκης, του μαστού, του ενδομητρίου ή του εντέρου, επίσης συνδέεται με αυξημένο κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου της ωοθήκης.
Ο αριθμός των παιδιών που έχει γεννήσει μία γυναίκα. Οι άτεκνες γυναίκες διατρέχουν δύο φορές υψηλότερο κίνδυνο να αναπτύξουν καρκίνο της ωοθήκης σε σχέση με εκείνες που έχουν γεννήσει παιδιά. Ο κίνδυνος ανάπτυξης καρκίνου των ωοθηκών μειώνεται με κάθε γέννηση ζώντος παιδιού έως τον αριθμό των 5 γεννήσεων. Κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, η ωορρηξία διακόπτεται προσωρινά και η προκύπτουσα μείωση του αριθμού των κύκλων ωορρηξίας κατά τη διάρκεια της ζωής, πιστεύεται ότι μειώνει τον κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου των ωοθηκών.
Υπάρχουν παράγοντες που συνδέονται με μειωμένο κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου των ωοθηκών. Αυτοί είναι:
Ισχυρό αναπαραγωγικό ιστορικό. Όπως εξηγήθηκε παραπάνω, ο κίνδυνος εμφάνισης καρκίνου των ωοθηκών μειώνεται με τον αριθμό των φορών που μια γυναίκα έχει γεννήσει ζώντα τέκνα. Το αποτέλεσμα είναι μέγιστο στις 5 γεννήσεις.
Ο θηλασμός έχει μια προστατευτική επίδραση στην ανάπτυξη του καρκίνου των ωοθηκών. Αυτό θεωρείται ότι σχετίζεται με το γεγονός ότι ο θηλασμός καταστέλλει την ωορρηξία, μειώνοντας έτσι τον αριθμό των κύκλων ωορρηξίας κατά τη διάρκεια της ζωής.
Τα από του στόματος αντισυλληπτικά καταστέλλουν την ωορρηξία και ως εκ τούτου ασκούν μια προστατευτική επίδραση. Η μακροχρόνια χρήση των από του στόματος αντισυλληπτικών μειώνει τον κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου των ωοθηκών έως και κατά 50%. Επιπλέον, η προστασία διαρκεί για περισσότερο από 30 χρόνια μετά την τελευταία χρήση του αντισυλληπτικού.
Γυναικολογικό χειρουργείο. Τόσο η απολίνωση των σαλπίγγων όσο και η υστερεκτομή, σχετίζονται με μείωση του κινδύνου ανάπτυξης καρκίνου των ωοθηκών. Η αιτιολογία δεν είναι πλήρως κατανοητή, αλλά πιστεύεται ότι αυτές οι χειρουργικές επεμβάσεις διαταράσσουν την παροχή αίματος στις ωοθήκες, διαταράσσοντας επίσης τη λειτουργία τους (ωορρηξία).
Για ορισμένους παράγοντες πιθανολογείται ότι συνδέονται με αυξημένο κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου των ωοθηκών, αλλά τα έως τώρα δεδομένα είναι ανεπαρκή:
Συγκεκριμένα φάρμακα γονιμότητας έχουν ενοχοποιηθεί για πρόκληση καρκίνου των ωοθηκών, αλλά τα δεδομένα δεν έχουν επιβεβαιωθεί.
Μελέτες έχουν δείξει ότι οι θεραπείες ορμονικής υποκατάστασης με οιστρογόνα σε μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες, όταν δίνονται για περιόδους μεγαλύτερες από 10 χρόνια, μπορεί να σχετίζονται με αυξημένο κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου των ωοθηκών. Τα στοιχεία όμως είναι ανεπαρκή.
Η χρήση του ταλκ στη γεννητική περιοχή είναι ύποπτη ότι σχετίζεται με την ανάπτυξη του καρκίνου των ωοθηκών. Το ταλκ μπορεί να φτάσει στις ωοθήκες μέσω του αναπαραγωγικού σωλήνα και μπορεί να ερεθίσει το ωοθηκικό επιθήλιο. Ωστόσο τα στοιχεία για τη συσχέτιση της χρήσης του ταλκ με τον ωοθηκικό καρκίνο είναι ελλιπή.
Μπορεί να τεθεί υπόνοια καρκίνου των ωοθηκών κατά τη διάρκεια ενός ελέγχου ρουτίνας, όταν η κλινική εξέταση αναδείξει μάζα στην πύελο ή βάσει συγκεκριμένων συμπτωμάτων. Τα κύρια συμπτώματα του καρκίνου των ωοθηκών σχετίζονται με την παρουσία μιας μάζας στην κοιλιακή χώρα και μπορεί να περιλαμβάνουν:
- Πυελική ή κοιλιακή δυσφορία, πίεση ή πόνο
- Αίσθημα κοιλιακής πληρότητας ή κοιλιακή διόγκωση
- Δυσκολίες σίτισης: πρώιμος κορεσμός (το να χορταίνει κανείς γρήγορα με τη λήψη μικρής ποσότητας τροφής), δυσπεψία (στομαχικές διαταραχές)
- Αλλαγές στις συνήθειες του εντέρου, για παράδειγμα δυσκοιλιότητα
- Αλλαγές στο πρότυπο της ούρησης. Για παράδειγμα αυξημένη συχνότητα της ούρησης
- Πόνος κατά τη σεξουαλική επαφή
Όταν η ασθένεια είναι προχωρημένη τα προαναφερθέντα συμπτώματα μπορεί να είναι πιο έντονα και μπορεί επίσης να περιλαμβάνουν:
- Ναυτία (τάση για εμετό) και ανορεξία (απώλεια όρεξης)
- Διάταση της κοιλιάς λόγω συσσώρευσης υγρού στην περιτοναϊκή κοιλότητα (ασκίτης)
- Απόφραξη του εντέρου λόγω μάζας στην κοιλιά
- Δυσκολία στην αναπνοή λόγω υγρού που συσσωρεύεται γύρω από τους πνεύμονες (υπεζωκοτική συλλογή)
Αυτά τα συμπτώματα ωστόσο, δεν είναι ειδικά για τον καρκίνο των ωοθηκών και μπορεί να παρουσιαστούν επίσης και σε άλλες, μη κακοήθεις καταστάσεις.
Οι κακοήθεις όγκοι των ωοθηκών μπορεί να παράγουν ορμόνες που προκαλούν συγκεκριμένα συμπτώματα ή σημεία. Οι εν λόγω όγκοι ονομάζονται λειτουργικοί όγκοι. Η υπερβολική παραγωγή οιστραδιόλης ή/και ανδρογόνων μπορεί να προκαλέσει πρόωρη σεξουαλική ανάπτυξη (πρόωρη έναρξη της εφηβείας) σε κορίτσια της προεφηβικής ηλικίας. Η περίσσεια οιστραδιόλης μπορεί να προκαλέσει ακανόνιστους εμμηνορυσιακούς κύκλους σε προεμμηνοπαυσιακές ασθενείς ή μετεμμηνοπαυσιακή αιμορραγία της μήτρας σε γυναίκες μετά την εμμηνόπαυση. Η υπερβολική παραγωγή τεστοστερόνης, μπορεί να προκαλέσει αρρενοποίηση. Υπερβολική παραγωγή κορτιζόλης μπορεί να προκαλέσει σύνδρομο Cushing, μια κατάσταση που χαρακτηρίζεται από αύξηση του σωματικού βάρους, λέπτυνση του δέρματος και υπερβολική ανάπτυξη της τριχοφυίας.
Πέραν του να ρωτήσει για την πιθανή ύπαρξη των παραπάνω συμπτωμάτων, ο γιατρός θα προχωρήσει σε γενική φυσική εξέταση και θα ζητήσει εξετάσεις αίματος.
Εάν μία μετεμμηνοπαυσιακή ασθενής παρουσιάζει συμπτώματα όγκου των ωοθηκών και μετεμμηνοπαυσιακή αιμορραγία, η υστεροσκόπηση (εξέταση του εσωτερικού της μήτρας χρησιμοποιώντας μια μικρή κάμερα) ενδείκνυται για να τεκμηριώσει υπερπλασία του ενδομητρίου.
Η διάγνωση του καρκίνου των ωοθηκών βασίζεται στις ακόλουθες εξετάσεις:
Κλινική εξέταση
Ακτινολογική διερεύνηση με:
- Διακολπικό υπερηχογράφημα
- Μαγνητική Τομογραφία (MRI)
- Αξονική Τομογραφία (CT)
- Tομογραφία εκπομπής ποζιτρονίων – αξονική τομογραφία (PET – CT)
Καρκινικοί δείκτες. Συγκεκριμένοι τύποι καρκίνου των ωοθηκών παράγουν παράγοντες που μπορούν να μετρηθούν χρησιμοποιώντας μια εξέταση αίματος. Αυτοί οι επονομαζόμενοι καρκινικοί δείκτες, μπορούν να βοηθήσουν στον καθορισμό της διάγνωσης του καρκίνου των ωοθηκών. Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι εκτός και αν οι όγκοι των ωοθηκών παράγουν ουσίες που προκαλούν ειδικά συμπτώματα ή σημεία της νόσου, δεν αναγνωρίζονται συχνά. Ως εκ τούτου, το καρκινικό αντιγόνο 125 (Ca125) είναι ένας καρκινικός δείκτης που συνήθως μετριέται κατά την αρχική εκτίμηση μιας ύποπτης μάζας των εξαρτημάτων και άλλοι καρκινικοί δείκτες χρησιμοποιούνται όταν υπάρχει υποψία ενός ορισμένου τύπου μη-επιθηλιακού καρκίνου των ωοθηκών. Ορισμένοι καρκινικοί δείκτες μπορεί, επίσης, να χρησιμοποιηθούν κατά τη διάρκεια ή μετά τη θεραπεία για την παρακολούθηση της ανταπόκρισης στη θεραπεία ή /και την παρακολούθηση για πιθανή υποτροπή της νόσου. Εκτός του Ca125, άλλοι δείκτες που ανευρίσκονται αυξημένοι σε τέτοιου είδους όγκους είναι η ανθρώπινη χοριακή γοναδοτροπίνη (hCG), η α-φετοπρωτεΐνη (AFP) και η γαλακτική δεϋδρογενάση (LDH). Για τους όγκους που εκκρίνουν ορμόνες εξετάζονται τα ανδρογόνα, η κορτιζόλη, η οιστραδιόλη, η ιχνιμπίνη, και η ειδική νευρωνική ενολάση (NSE)
Ιστοπαθολογική εξέταση. Η ιστοπαθολογική πληροφορία θα επιβεβαιώσει τη διάγνωση του καρκίνου των ωοθηκών και θα αποκαλύψει τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του όγκου, που επιτρέπει στο γιατρό να καθορίσει τον ιστολογικό τύπο του καρκίνου των ωοθηκών. Με τη διαδικασία αυτή γίνεται χειρουργική σταδιοποίηση του όγκου με την οποία προσδιορίζεται η έκταση στην οποία ο όγκος των ωοθηκών έχει επεκταθεί σε άλλα όργανα. Στην περίπτωση του καρκίνου των ωοθηκών, η σταδιοποίηση περιλαμβάνει τη λαπαροτομία.
Ο ιατρός θα εξετάσει πολλές πτυχές προκειμένου να αποφασίσει για την καλύτερη θεραπεία, τόσο της ασθενούς, όσο και του καρκίνου.
Πληροφορίες σχετιζόμενες με την ασθενή
- Ηλικία
- Αναπαραγωγική ιστορία και εμμηνοπαυσιακή κατάσταση σε ενήλικες γυναίκες
- Κατάσταση τριχοφυΐας σε προ-εφηβικά κορίτσια
- Οικογενειακό ιστορικό καρκίνου των ωοθηκών, καρκίνου του μαστού ή άλλου καρκίνου
- Ατομικό ιατρικό ιστορικό, προηγούμενες ασθένειες και θεραπείες
- Γενική κατάσταση και συγκεκριμένα σωματικά ενοχλήματα
- Τα αποτελέσματα της κλινικής εξέτασης
- Τα αποτελέσματα των εργαστηριακών εξετάσεων, της γενικής αίματος, νεφρικής και ηπατικής λειτουργίας
- Τα αποτελέσματα των πιθανών άλλων ειδικών εργαστηριακών εξετάσεων, όπως η αρχική τιμή των καρκινικών δεικτών που μπορεί να είναι σημαντικά για την παρακολούθηση της ανταπόκρισης στη θεραπεία
Σχετικές πληροφορίες για τον καρκίνο
Οι πληροφορίες για τον καρκίνο που είναι σημαντικές για να κατευθύνουν τη θεραπεία περιλαμβάνουν το στάδιο του καρκίνου, τον ιστολογικό τύπο και το βαθμό κακοήθειας του όγκου.
Σταδιοποίηση: ο προσδιορισμός του σταδίου του καρκίνου σημαίνει ότι οι ιατροί αξιολογούν την επέκταση του καρκίνου και την πρόγνωση της ασθενούς. Η πρόγνωση βελτιώνεται καθώς το στάδιο μειώνεται. Το στάδιο είναι θεμελιώδους σημασίας, προκειμένου να παρθεί η σωστή θεραπευτική απόφαση.
Στον καρκίνο των ωοθηκών η σταδιοποίηση είναι πλήρης, όταν διενεργηθούν οι ακόλουθες εξετάσεις: κλινική εξέταση, ακτινολογική διερεύνηση, χειρουργική διερεύνηση της κοιλιάς (που ονομάζεται χειρουργική σταδιοποίηση), και η ιστοπαθολογική εξέταση του ιστού από τον αρχικό όγκο και από βιοψίες από άλλα πιθανώς προσβεβλημένα όργανα.
Χειρουργική σταδιοποίηση: η χειρουργική σταδιοποίηση γίνεται σύμφωνα με τις κατευθυντήριες οδηγίες που εκδίδονται από τη Διεθνή ένωση Γυναικολογίας και Μαιευτικής (συντομογραφία: FIGO). Ο χειρουργός θα αφαιρέσει τον όγκο και επιλεγμένα όργανα και θα κάνει δειγματοληψίες για βιοψία (χειρουργική αφαίρεση μικρών κομματιών ιστού για ιστοπαθολογική εξέταση) άλλων οργάνων στα οποία ο καρκίνος μπορεί να έχει εξαπλωθεί.
Οι παρεμβάσεις κατά τη διάρκεια της χειρουργικής σταδιοποίησης της νόσου μπορεί να περιλαμβάνουν:
- Ολική κοιλιακή υστερεκτομή (αφαίρεση της μήτρας) μετά των εξαρτημάτων (εκτομή των ωοθηκών και σαλπίγγων), πλήρη ή εκλεκτική λεμφαδενεκτομή (αφαίρεση των λεμφαδένων) της πυέλου και των παραορτικών λεμφαδένων, μερική ή πλήρη επιπλεκτομή (εκτομή του επιπλόου το οποίο αντιστοιχεί σε μία μεγάλη πτυχή του περιτοναίου που καλύπτει το έντερο) και εκτομή οποιουδήποτε άλλου οργάνου στο οποίο ο όγκος έχει εξαπλωθεί
- Λήψη βιοψιών από το περιτόναιο (ιστός που επενδύει την κοιλιακή κοιλότητα) το διάφραγμα, τη λεκάνη και άλλα σημεία
- Έκπλυση της κοιλιακής κοιλότητας με φυσιολογικό ορό για να ανιχνευθεί η παρουσία κακοήθων κυττάρων
- Για επιλεγμένους τύπους όγκων, αφαίρεση της σκωληκοειδούς απόφυσης
Ιστοπαθολογική εξέταση του όγκου: το χειρουργικό δείγμα του όγκου εξετάζεται στο εργαστήριο από έναν παθολογοανατόμο. Η εξέταση αυτή ονομάζεται ιστοπαθολογική και θα παρέχει πληροφορίες σχετικά με τον ιστολογικό τύπο και το βαθμό κακοήθειας του όγκου. Η ιστοπαθολογική εκτίμηση του καρκινικού ιστού παρέχει σημαντικές πληροφορίες για τον όγκο.
Ο ιστολογικός τύπος του όγκου αναφέρεται στον τύπο των κυττάρων που συνθέτουν τον όγκο. Ο λεγόμενος βαθμός κακοήθειας ενός κακοήθους όγκου αντικατοπτρίζει την παρουσία άτυπων χαρακτηριστικών των κυττάρων του ή/και την άτυπη αρχιτεκτονική του όγκου. Ο βαθμός κακοήθειας θεωρείται ότι παρέχει πληροφορίες σχετικά με τον ρυθμό με τον οποίο ο όγκος θα αυξηθεί και το βαθμό στον οποίο θα είναι διηθητικός.
Ο σχεδιασμός της θεραπείας για την ασθενή λαμβάνεται από μια διεπιστημονική ομάδα επαγγελματιών υγείας. Αυτό συνεπάγεται συνήθως μια συνάντηση διαφόρων ειδικοτήτων, που ονομάζεται ογκολογικό συμβούλιο. Στη συνάντηση αυτή, ο σχεδιασμός της θεραπείας θα πρέπει να διαμορφώνεται σύμφωνα με τις πληροφορίες που αναφέρθηκαν προηγουμένως.
Η θεραπεία συνδυάζει συνήθως το χειρουργείο και τη συστηματική χημειοθεραπεία, η οποία δρα επί των καρκινικών κυττάρων, όπου και αν βρίσκονται στο σώμα.
Η έκταση της αντιμετώπισης θα εξαρτηθεί από το στάδιο του καρκίνου, τα χαρακτηριστικά του όγκου και τους κινδύνους για την ασθενή. Όλες οι θεραπευτικές επιλογές έχουν τα οφέλη τους, τους κινδύνους και τις αντενδείξεις τους. Συνιστάται οι ασθενείς να ρωτούν τους γιατρούς τους σχετικά με τα αναμενόμενα οφέλη και τους κινδύνους κάθε θεραπείας, προκειμένου να ενημερωθούν σχετικά.
Κίνδυνοι από τη χειρουργική επέμβαση
Ορισμένοι κίνδυνοι είναι κοινοί για κάθε χειρουργική επέμβαση που γίνεται με γενική αναισθησία. Οι επιπλοκές αυτές είναι ασυνήθιστες και περιλαμβάνουν την εν τω βάθη φλεβοθρόμβωση, καρδιακά και αναπνευστικά προβλήματα, αιμορραγία, μόλυνση ή αντίδραση στην αναισθησία.
Η αφαίρεση των λεμφαδένων της πυέλου και εκείνων κατά μήκος της αορτής, μπορεί να βλάψει ή να αποφράξει το λεμφικό σύστημα με αποτέλεσμα λεμφοίδημα, μια κατάσταση όπου λεμφικό υγρό συσσωρεύεται στα πόδια και τα κάνει να διογκώνονται.
Ασθενείς στις οποίες αφαιρούνται και οι δύο ωοθήκες δεν θα είναι πλέον σε θέση να συλλάβουν και να κάνουν παιδιά. Οι ασθενείς θα πρέπει να ενημερώνονται κατάλληλα και να παραπέμπονται σε εξειδικευμένους φορείς υποστήριξης.
Σε επιλεγμένες ασθενείς, μπορεί να πραγματοποιηθεί η χειρουργική εξαίρεση με διατήρηση της γονιμότητας, πράγμα που σημαίνει ότι διατηρούνται η μία ωοθήκη, η σάλπιγγα καθώς και η μήτρα. Η χειρουργική εξαίρεση με διατήρηση της γονιμότητας μπορεί να συζητηθεί με ασθενείς οι οποίες επιθυμούν να διατηρήσουν την ικανότητα να συλλάβουν και να κάνουν παιδιά, αρκεί να παρέχεται ολοκληρωμένη χειρουργική σταδιοποίηση, τα διατηρημένα όργανα να είναι υγιή και η ασθενής να ενημερώνεται κατάλληλα.
Η απώλεια της λειτουργίας των ωοθηκών που ακολουθεί την εκτομή και των δύο ωοθηκών οδηγεί επίσης σε απώλεια της παραγωγής των γυναικείων ορμονών. Στις γυναίκες της αναπαραγωγικής ηλικίας, αυτό θα οδηγήσει σε απώλεια της εμμήνου ρύσης και την εμφάνιση των συμπτωμάτων της εμμηνόπαυσης. Το αν ή όχι η θεραπεία ορμονικής υποκατάστασης ενδείκνυται ή αντενδείκνυται θα πρέπει να αξιολογείται προσεκτικά.
Παρενέργειες της χημειοθεραπείας
Είναι πολύ συχνές, θα εξαρτηθούν από το χορηγούμενο φάρμακο(α) και τη δοσολογία και διαφέρουν σε τύπο και ένταση για κάθε ασθενή. Οι πιο συχνές παρενέργειες είναι:
- Απώλεια μαλλιών ή αραίωση των μαλλιών
- Μείωση των αιμοσφαιρίων, η οποία μπορεί να οδηγήσει σε αναιμία, αιμορραγία, εκχυμώσεις και λοιμώξεις
- Κόπωση
- Αίσθημα αδιαθεσίας ή έμετοι
Άλλες ανεπιθύμητες ενέργειες που μπορεί να εμφανιστούν συχνά περιλαμβάνουν:
- Στοματικές πληγές ή έλκη
- Απώλεια ή αλλοίωση της γεύσης (μεταλλική γεύση)
- Διάρροια
- Μούδιασμα ή μυρμήγκιασμα στα δάχτυλα των χεριών και των ποδιών (περιφερική νευροπάθεια)
- Άλγη και πόνοι στις αρθρώσεις και τους μυς
- Ήπιες αλλεργικές αντιδράσεις με εξάνθημα, ερυθρότητα προσώπου, πυρετό ή ρίγος
- Φλεγμονή του δέρματος γύρω από το σημείο έγχυσης
- Δερματικές αντιδράσεις με ερυθρότητα, μελάγχρωση ή πάχυνση
Οι παροδικές ανεπιθύμητες ενέργειες περιλαμβάνουν:
- Αλλαγές στην ηπατική λειτουργία
- Φλεγμονή των πνευμόνων που προκαλεί βήχα, δύσπνοια και πόνο στο στήθος
- Δυσκοιλιότητα
- Θολή όραση
- Σοβαρή αλλεργική αντίδραση
- Χαμηλή αρτηριακή πίεση (που ενδεχομένως προκαλεί ζάλη)
- Επιβράδυνση του καρδιακού ρυθμού
- Κοιλιακό άλγος
- Κεφαλαλγία
Για τις γυναίκες που έχουν κάνει χειρουργική επέμβαση με διατήρηση της γονιμότητας, θα πρέπει να σημειωθεί ότι ορισμένα χημειοθεραπευτικά φάρμακα μπορούν να επηρεάσουν την εναπομένουσα ωοθήκη και να προκαλέσουν στειρότητα. Επίσης, ορισμένα χημειοθεραπευτικά φάρμακα μπορεί να βλάψουν το αναπτυσσόμενο έμβρυο και/ή μπορεί να έχουν βλαβερές συνέπειες για ένα μωρό που θηλάζει επειδή μπορεί να περάσουν στο μητρικό γάλα.
Οι ιατρικές εξετάσεις απεικόνισης χρησιμοποιούνται για να επαληθεύσουν την επέκταση του όγκου και να αποκλείσουν ή να ανιχνεύσουν ενδεχόμενες μεταστάσεις. Η αξονική τομογραφία (CT scan) και η μαγνητική τομογραφία (MRI) χρησιμοποιούνται για να απεικονίσουν κάθε εξάπλωση του όγκου στην πύελο και τους λεμφαδένες (που εντοπίζονται κατά μήκος των κεντρικών αγγείων στην πύελο και κατά μήκος της αορτής), που παροχετεύουν τον όγκο και που μπορεί να είναι θέσεις των μεταστάσεων. Η μαγνητική τομογραφία έχει αποδειχθεί ότι είναι ανώτερη από την αξονική τομογραφία. Προκειμένου να εξετασθεί το ουροποιητικό σύστημα (συμπεριλαμβανομένων των ουρητήρων μεταξύ των νεφρών και της κύστης, οι οποίοι μπορεί να συμπιεσθούν από έναν καρκίνο του τραχήλου της μήτρας που αναπτύσσεται ή από λεμφαδένες) πραγματοποιείται ενδοφλέβια πυελογραφία (μια απεικόνιση με ακτίνες Χ του ουροποιητικού συστήματος, μετά από ενδοφλέβια χορήγηση σκιαγραφικού).
Δεν είναι ασυνήθιστο για τους ασθενείς με καρκίνο να βιώσουν συμπτώματα που να σχετίζονται με τη θεραπεία αφού η θεραπεία έχει ολοκληρωθεί.
- Οι ασθενείς μπορεί να εμφανίσουν άγχος, δυσκολία στον ύπνο ή κατάθλιψη και μπορεί να χρειαστούν ψυχολογική υποστήριξη
- Κατά τη διάρκεια και μετά τη θεραπεία, η διατροφή μπορεί να καταστεί προβληματική λόγω της μειωμένης όρεξης, της ναυτίας και της γενικής κακουχίας
- Δυσκολίες συγκέντρωσης και μνήμης δεν είναι σπάνιες παρενέργειες της ενδοφλέβιας χημειοθεραπείας
Μετά την ολοκλήρωση της θεραπείας, ο γιατρός θα προτείνει παρακολούθηση που έχει ως στόχο:
- να εντοπίσει και να προλάβει τις αρνητικές επιπτώσεις της θεραπείας
- τον εντοπισμό πιθανής υποτροπής και της άμεσης έναρξης κατάλληλης θεραπείας
- την παροχή ιατρικών πληροφοριών, ψυχολογικής υποστήριξης και παραπομπής σε φορείς που παρέχουν εξειδικευμένη υποστήριξη προκειμένου να βελτιστοποιηθεί η επιστροφή στην κανονική καθημερινή ζωή
Λόγω της ετερογένειας των διαφόρων τύπων του καρκίνου των ωοθηκών, δεν υπάρχει ένα ενιαίο και γενικά αποδεκτό πρωτόκολλο παρακολούθησης των ασθενών.
Η επιστροφή στην κανονική καθημερινή ζωή μπορεί να είναι δύσκολη γνωρίζοντας ότι ο καρκίνος μπορεί να επιστρέψει. Πρόσθετες εξειδικευμένες ψυχολογικές συμβουλές μπορεί να είναι πολύτιμες και κάποιες ασθενείς μπορεί να βρουν στήριξη σε ομάδες ασθενών ή σε μέσα ενημέρωσης που στοχεύουν σε ασθενείς. Οι διαιτολόγοι μπορεί να παρέχουν συμβουλές σχετικά με την κατάλληλη διατροφή. Οι κοινωνικοί λειτουργοί μπορούν να βοηθήσουν στην εξεύρεση πόρων για να εξασφαλιστεί η επιτυχής αποκατάσταση.
Μπορεί να προκύψουν ανησυχίες σχετικά με τον ενδεχόμενο κίνδυνο για τους συγγενείς του ασθενούς. Στις περισσότερες περιπτώσεις ο κίνδυνος είναι πολύ χαμηλός για τους συγγενείς αφού το 90% των καρκίνων των ωοθηκών δεν συνδέονται με οποιαδήποτε κληρονομική γονιδιακή μετάλλαξη. Ωστόσο, οι ασθενείς με καρκίνο που συνδέεται με μια κληρονομική μετάλλαξη και οι ασθενείς οι οποίες ανησυχούν για την πιθανότητα αυτή, θα πρέπει να συζητήσουν με τον ιατρό τους, τι συνιστάται για τους συγγενείς τους.
Γυναικολογία
Κακοήθειες οργάνων αναπαραγωγής
Επικοινωνήστε μαζί μας
Εγγραφείτε στο Newsletter
Τελευταία Νέα
Το κάπνισμα στην εγκυμοσύνη επηρεάζει την ανάπτυξη του εγκεφάλου στο παιδί
Μαρτυρίες Ασθενών
Πολύ ευγενικός γιατρός, άμεση απάντηση σε οποιοδήποτε ερώτημα κι αν υπάρξει, πολύ καθαρός χώρος και σου προσαρμόζει τα ραντεβού την ώρα που μπορείς εσύ.
Ο γιατρός είναι ευσυνείδητος, υπομονετικός και άριστος στη δουλειά του. Τον συνιστώ ανεπιφύλακτα.
Πρότυπο ιατρείο, εξαιρετικός γιατρός. Μηδενικός χρόνος αναμονής, άμεση εξυπηρέτηση.