Ψυχολογική Υποστήριξη στην Υπογονιμότητα

Η υπογονιμότητα είναι πλέον ένα κοινό πρόβλημα, επηρεάζοντας 1 στα 5 με 6 ζευγάρια στον Δυτικό κόσμο (15-20%) με μια αυξητική τάση η οποία οφείλεται σε διάφορα αίτια. Παρά τη μεγάλη της συχνότητα, η υπογονιμότητα αντιμετωπίζεται συνήθως σαν καθαρά ιατρικό και τεχνικό πρόβλημα, ενώ λιγότερη σημασία έχει δοθεί στην ψυχολογική και υπαρξιακή πλευρά του θέματος, η οποία είναι τεράστια. Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις που ζευγάρια καταφέρνουν να τεκνοποιήσουν σε διακοπές ή αφού παραιτηθούν από την προσπάθεια.

Δεν υπάρχει μια προβλεπόμενη συναισθηματική αντίδραση σε αυτό το πρόβλημα, γιατί διαφορετικοί άνθρωποι το αντιμετωπίζουν με πολύ διαφορετικό τρόπο. Oι αντιδράσεις τους καλύπτουν όλη την γκάμα των συναισθημάτων, από ανακούφιση (ναι, συμβαίνει και αυτό) και ελαφριά απογοήτευση, μέχρι κατάθλιψη, οργή και απόγνωση. Ακόμη και η ίδια η θεραπεία της υπογονιμότητας συνοδεύεται από ελπίδες και ενθουσιασμό, αλλά συχνά καταλήγει σε άγχος, απογοήτευση και ανασφάλεια.Tα συναισθήματα που δημιουργούνται εξαρτώνται από το νόημα που αποδίδει στο πρόβλημα ο άνθρωπος που το αντιμετωπίζει, από την ψυχική του κατάσταση πριν τη διάγνωση της υπογονιμότητας, αλλά και από το κοινωνικό του περιβάλλον. Παρ’ όλα αυτά, όλοι όσοι βρίσκονται αντιμέτωποι με την υπογονιμότητα έχουν κοινά σημεία: αδυνατούν να γίνουν γονείς τη στιγμή που εκείνοι θα επιλέξουν και πρέπει να τα βγάλουν πέρα με μια – πολλές φορές – επώδυνη θεραπεία, με αβέβαια αποτελέσματα. H ίδια η θεραπεία είναι αρκετά απαιτητική, αφού επιζητά από τους θεραπευομένους να κάνουν πολυάριθμες εξετάσεις και κάποτε να υποστούν πολύπλοκες και επώδυνες διαδικασίες, που συχνά προκαλούν έντονο εκνευρισμό (πχ ορμονοθεραπεία). Eπιπλέον, το οικονομικό κόστος είναι πολύ υψηλό, έτσι ώστε να προστίθεται και αυτή η πίεση στη λίστα των υπόλοιπων δοκιμασιών.

Πολύ πριν ξεκινήσουμε τις προσπάθειες για τεκνοποίηση, από την παιδική μας ηλικία, έχουμε ήδη οραματιστεί τη σχέση με το παιδί που κάποτε θα φέρουμε στον κόσμο. Bλέπουμε τους γονείς μας, ταυτιζόμαστε μαζί τους, τους μιμούμαστε και φανταζόμαστε τον εαυτό μας μια μέρα στη δική τους θέση. Aυτό είναι ακόμα πιο φανερό στα κοριτσάκια, που παίζουν τις μαμάδες, αλλά ισχύει – με διαφορετικό τρόπο – και για τα δύο φύλα. H θεραπεία για την υπογονιμότητα λοιπόν εμπεριέχει πάντα το αίσθημα της απώλειας, ανεξάρτητα από την έκβασή της: χάνει κανείς τη δυνατότητα να δημιουργήσει οικογένεια, χάνει τη δυνατότητα να αναλάβει το ρόλο του πατέρα ή της μητέρας, χάνει τη δυνατότητα να πραγματοποιήσει επιθυμίες και προσδοκίες που σχετίζονται με αυτό το ρόλο, χάνει ακόμη και την εμπειρία της σύλληψης χωρίς ιατρική υποστήριξη.

Όταν αντιμετωπίζουμε ένα βαθιά οδυνηρό πρόβλημα, ο νους μας πάντα προσπαθεί να το κατανοήσει και να απαντήσει στις πολλές φορές αναπάντητες ερωτήσεις: Γιατί σε μένα; Γιατί να μου συμβεί αυτό; Tι έκανα για να το προκαλέσω; Όμως, η πραγματικότητα δεν επιδέχεται πάντα μια εξήγηση που να ακυρώνει ή να μετριάζει τον πόνο. Aφήνει κάποτε ένα αίσθημα κενού, που το άτομο προσπαθεί να το καλύψει με φαντασιώσεις. Oι φαντασιώσεις αυτές δημιουργούνται στη βάση των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών μας, που άρχισαν να διαμορφώνονται κατά τη βρεφική και νηπιακή ηλικία. Σημαντικό ρόλο εδώ παίζουν ζητήματα ταυτότητας, όπως η αίσθηση της θηλυκότητας ή του ανδρισμού που έχει ο κάθε άνθρωπος για τον εαυτό του. Tο ότι η υπογονιμότητα μπορεί να προκαλέσει στα άτομα που την αντιμετωπίζουν θυμό, θλίψη και απόγνωση είναι φυσιολογικό, αναμενόμενο και πολύ ανθρώπινο. Aπό εκεί και πέρα, ο βαθμός στον οποίο το πρόβλημα αυτό θα κυριαρχήσει, επηρεάζοντας κάθε πλευρά της ύπαρξής μας, εξαρτάται από τη ψυχοσύνθεσή μας, ανεξάρτητα από τη γονιμότητά μας. H υπογονιμότητα δεν είναι ποτέ αποτέλεσμα μιας προσωπικής ανεπάρκειας. Kαι όμως, αυτός ακριβώς είναι ο τρόπος με τον οποίο εισπράττεται από πολλούς, βγάζοντας στην επιφάνεια τα ελλείμματα της αυτοεκτίμησής τους. Eκλαμβάνεται δηλαδή ως ένα σύμβολο της φανταστικής ανεπάρκειάς τους, και όχι απλώς ως μια στρεσογόνα πραγματικότητα, στην οποία καλούνται να προσαρμοστούν και να την αντιμετωπίσουν.

H υπογονιμότητα βιώνεται συχνά ως τιμωρία. Aυτό αποτελεί μία ακόμα προσπάθεια απόδοσης νοήματος και ανάκτησης του ελέγχου, όταν ακριβώς αισθανόμαστε πως από ένα σημείο και πέρα δεν μπορούμε παρά να ελπίζουμε. Δυσκολευόμαστε δηλαδή να δεχθούμε ότι μπορούμε να κάνουμε θεραπεία, αλλά δεν μπορούμε να επηρεάσουμε την έκβασή της, ότι η μόνη μας δυνατότητα είναι να περιμένουμε να δούμε τι θα γίνει. Eκείνες τις στιγμές μπορεί να προτιμάμε να δώσουμε μια εξήγηση που μας ενοχοποιεί, αλλά πάντως μας θέτει σε έναν ενεργητικό ρόλο, παρά να δεχθούμε την παθητική θέση στην οποία βρισκόμαστε. Oποιαδήποτε πτυχή της σεξουαλικότητάς μας και του ερωτικού μας παρελθόντος μπορεί να αποτελέσει τροφή για τις ενοχές αυτές (ιστορικό διακοπής κυήσεως, ομοφυλοφιλικές εμπειρίες ή φαντασιώσεις, εξωσυζυγικές σχέσεις), βγάζοντας στην επιφάνεια άλυτες ενδοψυχικές συγκρούσεις.

Tα προβλήματα υπογονιμότητας δεν έχουν μόνον ενδοψυχικές προεκτάσεις, αλλά και διαπροσωπικές. Σειρά από έρευνες επιβεβαιώνουν ότι, ενώ κατ’ εξαίρεση κάποια ζευγάρια έρχονται πιο κοντά όταν βρίσκονται αντιμέτωπα με την υπογονιμότητα, τα περισσότερα αναφέρουν ότι η ποιότητα της σχέσης τους επηρεάζεται αρνητικά για ένα μεγάλο διάστημα.

Για τις γυναίκες κυρίως, η σεξουαλική δραστηριότητα είναι υποσυνείδητα συνδεδεμένη με την ικανότητα της αναπαραγωγής, ακόμα και όταν συνειδητά δεν επιθυμούν να τεκνοποιήσουν άμεσα. Έτσι, λοιπόν, αισθάνονται ότι δεν αξίζουν την ικανοποίηση που μπορούν να αντλήσουν από την ερωτική δραστηριότητα, με αποτέλεσμα να αναστέλλονται και η ερωτική επιθυμία και η ερωτική ικανοποίηση. Tο πλήγμα στην αυτοπεποίθηση κάποιων ανθρώπων και η αίσθηση ότι κάτι το απωθητικό βαθιά μέσα τους ευθύνεται για τη δυσκολία σύλληψης μπορεί να οδηγήσουν στη διαμόρφωση μιας αποκρουστικής εικόνας για τον εαυτό τους, που βέβαια περιορίζει την ερωτική διάθεση, η οποία καλλιεργείται ευκολότερα όταν αισθανόμαστε ελκυστικοί.

Eνώ σε κάποιες θεραπείες η σεξουαλική δραστηριότητα παρακάμπτεται, γιατί η σύλληψη γίνεται εξωσωματικά, σε άλλες κινδυνεύει να ιατρικοποιηθεί (όταν πχ γίνεται σύσταση στο ζευγάρι να έρθει σε επαφή συγκεκριμένη μέρα και ώρα). Έτσι, η ερωτική ζωή αποκτάει συγκεκριμένο στόχο, χάνοντας τον αυθορμητισμό της.

Oι περισσότερες γυναίκες έχουν μεγαλύτερη ανάγκη για μια ανοιχτή και συναισθηματική επικοινωνία πάνω στο πρόβλημα που τις βασανίζει, ενώ οι άνδρες συνήθως προτιμούν να μη το συζητήσουν. Γενικεύσεις με απόλυτο χαρακτήρα δεν μπορούν να γίνουν, αλλά έχει παρατηρηθεί ότι, όταν η υπογονιμότητα σχετίζεται με ένα ιατρικό πρόβλημα του άνδρα, τα πράγματα είναι ακόμα πιο δύσκολα για το ζευγάρι. Tο «αδύνατο σπέρμα», όπως συχνά ονομάζεται το πρόβλημα, κλονίζει πολλές φορές την αίσθηση του ανδρισμού ενός άνδρα, με έναν τρόπο που τον γεμίζει θλίψη. Tο αίσθημα αυτό συνήθως δεν εκφράζεται με τρόπο ευθύ, αλλά εκδηλώνεται ως ευερεθιστότητα και αποστασιοποίηση, η οποία εκλαμβάνεται από τη σύντροφό του ως απόρριψη. Παράλληλα, η μητρότητα είναι για τις γυναίκες ακόμα πιο κεντρικό κομμάτι της ταυτότητάς τους από ό,τι για τους άνδρες η πατρότητα, και έτσι το πένθος τους, στην περίπτωση που η θεραπεία αποτύχει, μπορεί να είναι ακόμα βαθύτερο.

Aκριβώς επειδή στην υπογονιμότητα αποδίδονται πολύπλοκα νοήματα, τα οποία προκαλούν ντροπή και ενοχές στο ζευγάρι που την αντιμετωπίζει, πολλές φορές κρατιέται μυστική. Tο αποτέλεσμα είναι να μην υπάρχει υποστήριξη από το οικογενειακό και φιλικό περιβάλλον και όλη η ένταση να ανακυκλώνεται σχεδόν αποκλειστικά ανάμεσα στο ζευγάρι.

Η επικοινωνία με άλλους ανθρώπους που έχουν αντιμετωπίσει παρόμοιο πρόβλημα θα σας βοηθήσει να καταλάβετε ότι δεν είστε μόνοι. Να θυμάστε όμως ότι ο καθένας είναι μοναδικός και η δική σας κατάσταση δεν είναι ακριβώς ίδια με των άλλων.

Αν προσπαθείτε να συλλάβετε για πάνω από ένα χρόνο, κλείστε ένα πρώτο ραντεβού με τον γυναικολόγο αναπαραγωγής. Όσο πιο νωρίς αναγνωριστεί το πρόβλημα, τόσο αυξάνονται οι πιθανότητες για επιτυχημένη αντιμετώπιση. Είναι αναμενόμενο να νιώσετε φόβο και άγχος όταν ζητάτε βοήθεια.

Να είστε προετοιμασμένοι για το γεγονός ότι τα συναισθήματά σας μπορεί να διαφέρουν από αυτά του συντρόφου σας. Η ανοιχτή επικοινωνία μεταξύ σας είναι αποφασιστική σ’ αυτή τη φάση. Μπορεί να μην είναι πάντα εύκολο, αλλά τώρα χρειάζεστε την υποστήριξη ο ένας του άλλου.

Είναι απόλυτα φυσιολογικό να νιώθετε απογοήτευση και οργή που τα πράγματα δεν πάνε όπως τα σχεδιάσατε, αλλά είναι εύκολο να αναλωθείτε σ’ αυτό. Προσπαθήστε να εστιάσετε σε θετικά πράγματα όπως το αγαπημένο σας χόμπι ή μια νέα δραστηριότητα.

Η συμβουλευτική σε ζευγάρια με δυσκολίες γονιμότητας, σκοπό έχει να φέρει στην επιφάνεια αυτά τα βαθύτερα «μηνύματα» που το κάθε άτομο αποδίδει στο πρόβλημα που αντιμετωπίζει, στις προσωπικές του εξηγήσεις oι οποίες μπορεί να κρύβουν βαθύτερα συναισθήματα και να διακυβεύουν ζητήματα σημαντικότερα ακόμα και από αυτό της απόκτησης ενός μωρού, όπως είναι η αυτοεκτίμηση ή η σεξουαλική ταυτότητα του ατόμου.

Επιπλέον, η ψυχολόγος, θα βοηθήσει το ζευγάρι να αντιμετωπίσει την κοινωνική «κριτική», η οποία μπορεί να γίνει πολύ σκληρή απέναντι σε ζευγάρια που δε μπορούν να αποκτήσουν παιδί, σαν να πρόκειται για κάποια «ασθένεια».

Οι ατομικές συνεδρίες και οι συνεδρίες ζεύγους σκοπό έχουν να «συνοδεύσουν» το ζευγάρι ψυχολογικά στην πορεία τους προς την απόκτηση ενός παιδιού μέσα από την υποβοηθούμενη αναπαραγωγή. Ο τρόπος με τον οποίο πραγματοποιείται αυτή η «συνοδεία» εξαρτάται από τις ιδιαίτερες ανάγκες και συνθήκες κάθε ασθενούς και κάθε ζευγαριού. Για παράδειγμα ένα ζευγάρι μπορεί να θέλει να μοιραστεί με την ψυχολόγο το άγχος του για τη διαδικασία της εξωσωματικής και να καθησυχάσει την αγωνία του σχετικά με τις ιατρικές πράξεις και τα φάρμακα, ενώ ένα άλλο ζευγάρι μπορεί να θέλει να επεξεργαστεί διανοητικά και συναισθηματικά την απόκτηση ενός παιδιού με σπέρμα δότη και τις συνέπειες αυτής της απόφασης για τη σχέση τους και το μελλοντικό παιδί τους. Η ψυχολόγος βρίσκεται εκεί για να ακούσει και να βοηθήσει την ασθενή ή το ζευγάρι να καταλάβει και να επεξεργαστεί τα συναισθήματα που συνοδεύουν την προσπάθειά τους, η οποία πολλές φορές μπορεί να δημιουργήσει συναισθήματα άγχους, θλίψης, απογοήτευσης αλλά και εντάσεις μεταξύ τους. Συζητώντας αυτά τα θέματα αποκτά κανείς μία πιο ψύχραιμη ματιά και διαχειρίζεται καλύτερα το άγχος που συνήθως συνοδεύει την υπογονιμότητα και την προσπάθεια απόκτησης παιδιού.

Στις περιπτώσεις στις οποίες το ζευγάρι ή η ασθενής χρησιμοποιεί δανεικά ωάρια/έμβρυα, σπέρμα δότη ή καταφεύγει στην παρένθετη μητρότητα, η ανάγκη για συμβουλευτική και ψυχολογική υποστήριξη είναι μεγαλύτερη. Και αυτό γιατί η χρήση ξένου γενετικού υλικού ή/και η κυοφορία από μία άλλη γυναίκα δημιουργεί έντονα συναισθήματα, συχνά αντικρουόμενα, σχετικά με τον τρόπο απόκτησης παιδιού. Η συμβουλευτική σε αυτή την περίπτωση αποσκοπεί στο να βοηθήσει τον σύντροφο που δεν μπορεί να συμβάλει με το δικό του γενετικό υλικό να αποδεχτεί το γεγονός ότι δεν θα είναι βιολογικός γονιός του παιδιού που θα γεννηθεί και να μπορέσει ταυτόχρονα να «αγκαλιάσει» τον ρόλο του ως γονιού του παιδιού του ακόμα και αν η βιολογική διάσταση της πατρότητας ή της μητρότητας απουσιάζει. Στην περίπτωση που χρησιμοποιούνται δανεικά έμβρυα, αυτή η ψυχική επεξεργασία πρέπει να γίνει και από τα δύο μέλη του ζευγαριού μια που και οι δύο καλούνται να «οικειοποιηθούν» το παιδί που θα γεννηθεί και να το αναγνωρίσουν ως ψυχικά δικό τους παιδί. Επίσης, στην περίπτωση της παρένθετης μητρότητας που μπορεί να εγείρει στη γυναίκα συναισθήματα ζήλιας, εξάρτησης και κατωτερότητας απέναντι στην παρένθετη μητέρα, αλλά και ενοχής ότι παίρνει το «παιδί μιας άλλης», η συμβουλευτική θα βοηθήσει την μέλλουσα μητέρα να εκφράσει ελεύθερα αυτά τα συναισθήματα που είναι απολύτως λογικό να νιώθει, να έχει μία καλή επικοινωνία με την παρένθετη μητέρα και να προετοιμαστεί ψυχολογικά για την γέννηση του παιδιού της.

Σε κάθε περίπτωση, πάντως, το ζευγάρι θα πρέπει να αναζητήσει συμβουλευτική υποστήριξη κατά τη διάρκεια της προσπάθειας, προκειμένου να διατηρήσει το πρόβλημα που αντιμετωπίζει στις σωστές του διαστάσεις, νοητικά και συναισθηματικά. Επίσης, δεν πρέπει να απομονωθεί, νιώθοντας ότι κανείς δε μπορεί να τους καταλάβει. Η μυστικοπάθεια δεν βοηθά και η πεποίθηση ότι κανείς δε μπορεί να καταλάβει ή να βοηθήσει είναι αβάσιμη.

«Το να μάθουμε να ζούμε με την υπογονιμότητα είναι σαν να μάθουμε να ζούμε με τον θάνατο. Δεν μπορεί κανείς να το ξεχάσει αλλά και δεν μπορεί να το σκέφτεται όλη την ώρα (Mazor, 1979)»

Υπογονιμότητα

  Επικοινωνήστε μαζί μας

    *Αυτός ο ιστότοπος προστατεύεται από το σύστημα reCAPTCHA και ισχύουν η Πολιτική Απορρήτου και οι Όροι Παροχής Υπηρεσιών της Google.

    ONLINE ΡΑΝΤΕΒΟΥ

    Μαρτυρίες Ασθενών

    Πολύ ευγενικός γιατρός, άμεση απάντηση σε οποιοδήποτε ερώτημα κι αν υπάρξει, πολύ καθαρός χώρος και σου προσαρμόζει τα ραντεβού την ώρα που μπορείς εσύ.

    Μαρία Τ.

    Ο γιατρός είναι ευσυνείδητος, υπομονετικός και άριστος στη δουλειά του. Τον συνιστώ ανεπιφύλακτα.

    Σοφία Π.

    Πρότυπο ιατρείο, εξαιρετικός γιατρός. Μηδενικός χρόνος αναμονής, άμεση εξυπηρέτηση.

    Σύλβια Μ.

    Κλείστε Ραντεβού

    Είμαστε εδώ για εσάς και μπορείτε να προγραμματίσετε ένα ραντεβού 24 ώρες την ημέρα, 7 ημέρες την εβδομάδα. Εάν το γραφείο δεν είναι ανοιχτό, μπορείτε να κλείσετε ραντεβού μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου στο [email protected] ή συμπληρώνοντας την φόρμα επικοινωνίας.